Ω, Ναι


υπάρχουν χειρότερα πράγματα από
το να είσαι μόνος
αλλά συχνά παίρνει δεκαετίες
να το συνειδητοποιήσεις
κι ακόμη πιο συχνά
όταν το συνειδητοποιείς 
είναι πολύ αργά
και δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο
από
το να είναι πια αργά

Μέσα από την συλλογή War All the Time, Poems 1981-1984, Black Sparrow Press (1984)


Κι εδώ ένα stopmotion animation βασισμένο στο παραπάνω ποίημα




Ρέιμοντ Κάρβερ / Εσείς δεν ξέρετε τι είναι η αγάπη


Ρέιμοντ Κάρβερ / Εσείς δεν ξέρετε τι είναι η αγάπη
(μια βραδιά με τον Τσαρλς Μπουκόφσκι)

Εσείς δεν ξέρετε τι είναι η αγάπη είπε ο Μπουκόφσκι
κοιτάξτε με είμαι 51 χρονών
κι είμαι ερωτευμένος με τούτην εδώ την πιτσιρίκα
την έχω πατήσει άσχημα αλλά κι αυτή δεν πάει πίσω
οπότε είναι εντάξει φίλε έτσι πρέπει να γίνεται
Μπαίνω στο αίμα τους και δεν μπορούν να με βγάλουν από κει
Δοκιμάζουν τα πάντα για να γλιτώσουν από μένα
μα όλες τους γυρίζουνε στο τέλος
Όλες τους γυρίζουνε σε μένα εκτός
από εκείνη που έθαψα
Έκλαψα γι’ αυτήν
μα έκλαιγα εύκολα εκείνη την εποχή
άσε φίλε μη μου βάλεις να πιω τίποτα σκληρό
Γίνομαι κακός τότε
Θα μπορούσα να κάτσω εδώ και να πίνω μπίρα
με σας τους χίπηδες όλη τη νύχτα
θα μπορούσα να πιω δέκα λίτρα από τούτην εδώ την μπίρα
σαν να ‘τανε νεράκι
Βάλε με όμως να πιω κάνα σκληρό ποτό
και θ’ αρχίσω να πετάω κόσμο έξω από τα παράθυρα
θα πετάξω τους πάντες έξω από το παράθυρο
Το ‘χω κάνει αυτό
Μα εσείς δεν ξέρετε τι είναι η αγάπη
Δεν ξέρετε γιατί δεν ήσασταν ποτέ
ερωτευμένοι είναι απλό
Εγώ έχω τούτην εδώ την πιτσιρίκα και είναι όμορφη
Με φωνάζει Μπουκόφσκι
Μπουκόφσκι λέει με τη σιγανή της φωνή
κι εγώ λέω Τι
Μα εσείς δεν ξέρετε τι είναι η αγάπη
Και σας λέω τι είναι
μα εσείς δεν ακούτε
Δεν υπάρχει ούτε ένας από σας σε τούτο δω το δωμάτιο
που θ’ αναγνώριζε την αγάπη ακόμη κι αν σηκωνόταν
και του τον κάρφωνε στον κώλο
Είχα κάποτε την εντύπωση πως οι αναγνώσεις ποίησης δεν έχουν κανένα νόημα
Και δες τώρα είμαι 51 χρονών κι έχω τριγυρίσει αρκετά
Ξέρω πια ότι δεν έχουν κανένα νόημα
μα λέω στον εαυτό μου Μπουκόφσκι
το να πεθαίνεις της πείνας είναι ακόμη περισσότερο χωρίς νόημα
Οπότε να ‘σαστε εδώ και τίποτε δεν είναι όπως θα ‘πρεπε να ‘ναι
Αυτός ο τύπος ο πώς τον λένε ο Γκάλγουεϊ Κίνελ
Είδα τη φωτογραφία του σε κάποιο περιοδικό
Έχει ωραία φάτσα δεν λέω
μα είναι δάσκαλος
Χριστέ μου το φαντάζεσαι
Μα εδώ που τα λέμε κι εσείς δάσκαλοι είσαστε
να λοιπόν που σας προσβάλλω κι από πάνω
Όχι δεν έχω ακούσει τίποτε γι’ αυτόν
ούτε καν τον ίδιο
Όλοι τους είναι τερμίτες
Μπορεί να είναι εγωιστικό που δεν πολυδιαβάζω πια
μα τούτοι οι άνθρωποι που χτίζουνε
τη φήμη τους σε πέντ’ έξι βιβλία
είναι τερμίτες
Μπουκόφσκι μού λέει
Γιατί ακούς όλη την ημέρα κλασική μουσική
Μπορείτε να την ακούσετε που το λέει, ε
Μπουκόφσκι γιατί ακούς κλασική μουσική όλη την ημέρα
Σας ξαφνιάζει αυτό, έτσι δεν είναι
Πού να το φανταστείτε πως ένας άξεστος μπάσταρδος σαν εμένα
θα μπορούσε ν’ ακούει κλασική μουσική όλη την ημέρα
Μπραμς Ραχμάνινοφ Μπάρτοκ Τέλεμαν
Σκατά δεν θα μπορούσα ποτέ να γράψω εδώ πέρα
Είναι πολύ ήσυχα εδώ πέρα πάρα πολλά δέντρα
Εμένα μου αρέσει η πόλη αυτός είναι τόπος για μένα
Βάζω την κλασική μου μουσική κάθε πρωί
και κάθομαι μπροστά στη γραφομηχανή μου
Ανάβω ένα πούρο και το καπνίζω να έτσι δέστε
και λέω Μπουκόφσκι είσαι ένας τυχερός άνθρωπος
Μπουκόφσκι πέρασες μεσ’ απ’ όλα
κι είσαι ένας τυχερός άνθρωπος
και ο γαλάζιος καπνός σέρνεται επάνω στο τραπέζι
κι εγώ κοιτάζω έξω απ’ το παράθυρο τη λεωφόρο Ντελόνγκπρι
και βλέπω κόσμο να πηγαίνει πάνω-κάτω στο πεζοδρόμιο
και φουμάρω το πούρο μου να έτσι
και μετά ακουμπάω το πούρο στο τασάκι μου κάπως έτσι
παίρνω βαθιά ανάσα
και ξεκινάω να γράφω
Μπουκόφσκι λέω αυτό είναι η ζωή
είναι καλό να είσαι φτωχός είναι καλό να έχεις αιμορροΐδες
είναι καλό να είσαι ερωτευμένος
Μα εσείς δεν ξέρετε πώς είναι αυτό το πράγμα
Δεν ξέρετε πώς είναι να είσαι ερωτευμένος
Αν μπορούσατε να την δείτε θα ξέρατε τι εννοώ
Πίστευε πως θα ‘ρθω εδώ πέρα και θα το ρίξω αμέσως στο πήδημα
Έτσι απλώς το ‘ξερε
Και μου το ‘πε ότι το ‘ξερε
Σκατά είμαι 51 χρονών κι αυτή ‘ναι 25
είμαστε ερωτευμένοι και αυτή ζηλεύει
Χριστέ μου είναι όμορφα
είπε πως θα μου ‘βγαζε τα μάτια αν ερχόμουν εδώ πέρα και πήγαινα να πηδήξω
Να λοιπόν αυτό είναι για σας η αγάπη
Τι ξέρετε εσείς ο οποιοσδήποτε από σας γι’ αυτήν
Ακούστε να σας πω κάτι
Συνάντησα ανθρώπους στη φυλακή που είχαν περισσότερο στυλ
απ’ όσους τριγυρίζουν στα πανεπιστήμια
και πηγαίνουν σε αναγνώσεις ποίησης
Αυτοί ‘ναι βδέλλες που ‘ρχονται για να δουν
αν είναι βρόμικες οι κάλτσες του ποιητή
ή αν μυρίζουν οι μασχάλες του
Πιστέψτε με δεν θα τους απογοητεύσω
Μα θέλω να θυμάστε τούτο
μόνο ένας ποιητής βρίσκεται απόψε σε τούτο το δωμάτιο
μόνο ένας ποιητής σε αυτή την πόλη απόψε
ίσως μόνο ένας αληθινός ποιητής σε αυτή τη χώρα απόψε
κι αυτός είμαι εγώ
Τι ξέρετε εσείς ο οποιοσδήποτε από σας για τη ζωή
Τι ξέρει οποιοσδήποτε από σας για οτιδήποτε
Ποιος απ’ όλους σας εδώ μέσα έχει απολυθεί ποτέ από κάποια δουλειά
ή έχει χτυπήσει άγρια τη γυναίκα του
ή τον έχει χτυπήσει η γυναίκα του
Μ’ έχουν απολύσει απ’ το Sears and Roebuck πέντε φορές
Μ’ απολύανε κι ύστερα με ξαναπροσλαμβάνανε
Δούλευα αποθηκάριος γι’ αυτούς όταν ήμουν στα 35 μου
κι ύστερα με μπαγλαρώσανε γιατί τάχα έκλεβα μπισκότα
Ξέρω πώς είναι αυτό το πέρασα
Είμαι 51 χρονών τώρα κι είμαι ερωτευμένος
Και τούτη εδώ η πιτσιρίκα λέει
Μπουκόφσκι
κι εγώ λέω Τι και αυτή μου λέει
Νομίζω πως είσαι ένα μάτσο σκατά
κι εγώ της λέω μωρό μου μόνο εσύ με καταλαβαίνεις
Είναι η μόνη γυναίκα στον κόσμο
άντρας ή γυναίκα
απ’ την οποία θα το δεχόμουν αυτό
Μα εσείς δεν ξέρετε τι είναι η αγάπη
Στο τέλος όλες τους γυρίζουν πάλι σε εμένα
η καθεμιά απ’ αυτές γυρίζει
εκτός από κείνη που σας είπα
εκείνη που έθαψα
Ήμασταν μαζί εφτά χρόνια
Και συνηθίζαμε να πίνουμε πολύ
Βλέπω κανά δυο δαχτυλογράφους σε τούτο το δωμάτιο μα
Δεν βλέπω κανέναν ποιητή
Δεν εκπλήσσομαι
Πρέπει να έχεις ερωτευτεί για να γράψεις ποίηση
κι εσείς δεν ξέρετε τι σημαίνει να είσαι ερωτευμένος
αυτό είναι το πρόβλημα με σας
Για δώσε μου λίγο από αυτό το πράγμα
Έτσι μπράβο όχι πάγο ωραία
Έτσι είναι καλά είναι ωραία έτσι
Άντε λοιπόν ας τελειώνουμε με τούτη την παράσταση
Ξέρω τι είπα μα θα πιω άλλο ένα
Από τούτο το ωραίο πράγμα
Εντάξει κι ύστερα φύγαμε ας ξεμπερδεύουμε πια
μόνο μετά μην πάει κανείς και σταθεί κοντά
σε κανένα ανοιχτό παράθυρο

Μετάφραση: Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος




Το συγκεκριμένο ποίημα του Ρέιμοντ Κάρβερ
υπάρχει μέσα στο βιβλίο
Δωμάτια όπου οι άνθρωποι ουρλιάζουν και πληγώνουν ο ένας τον άλλον,
σε μετάφραση Χαράλαμπου Γιαννακόπουλου,
εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2018.

Don't Try

Στις 18 Φλεβάρη, ο Τσαρλς Μπουκόφσκι έστειλε στον Τζων Μάρτιν αυτό που αποκάλεσε «το πρώτο μου ΦΑΞ ΠΟΙΗΜΑ»:

είναι πολύ αργά
έχω
χτυπηθεί

Μετά από αυτό δεν υπήρχε άλλη δύναμη για να γράψει. Η γυναίκα του Λίντα είχε πει, «Ήταν πολύ άσχημο να το βλέπεις, το μυαλό ήταν εκεί αλλά δεν μπορούσε να κάνει τίποτα γιατί το σώμα είχε εγκαταλείψει. Το σώμα είχε σβήσει». Η χημειοθεραπεία που επιτιθόταν στα κατεστραμμένα του αιμοσφαίρια είχε διαλύσει το ανοσοποιητικό του σύστημα. Ο Μπουκόφσκι έπαθε πνευμονία κι επέστρεψε για θεραπεία στο νοσοκομείο. «Μέσα σε περίπου πέντε μέρες, ξεφορτώθηκαν την πνευμονία, αλλά συνέχιζε να έχει μια μόλυνση που δεν μπορούσαν να εντοπίσουν», λέει η Λίντα Λι η οποία μαζί με την κόρη του Μαρίνα καθόντουσαν δίπλα στο κρεβάτι. «Τον κρατούσαν εκεί μέσα. Τον κρατούσαν ζωντανό, κάνοντάς του ενέσεις με διάφορα πράγματα, χώνοντάς του καθετήρες παντού. Τρομαχτικό! Απαίσιο! Κι εκείνος εκεί, ο πιο γενναίος στρατιώτης». Ο Μπουκόφσκι πέθανε στις 11 και 55 προ μεσημβρίας, την Τετάρτη 9 Μαρτίου του 1994. Ήταν 73 χρονών.


Ο Τζων Μάρτιν ήταν ο πρώτος που το έμαθε. «Σε εκείνο το σημείο δεν μπορείς να πιστέψεις καν πως ένας άνθρωπος έχει φύγει», λέει.
Λόγω των μεγάλων εσόδων που απέφεραν τα βιβλία του Μπουκόφσκι, ο Black Sparrow Press από το τίποτα μετατράπηκε σε μια εταιρεία που έβγαζε πάνω από ένα εκατομμύριο δολάρια το χρόνο, μια ξεχωριστή συνεργασία ξεκίνησε στο σπίτι του Μπουκόφσκι στην Οδό Ντελονγκπρέ και στις υπογραφές πάνω σε μια σειρά από μπροσούρες πάνω στο τραπεζάκι του. «Σκεφτόμουν πως θα ήταν η ζωή χωρίς αυτόν. Συνδεθήκαμε στενά και αφοσιωθήκαμε σε μια στοχευόμενη και αποφασιστική επιδίωξη: εκείνος να γράφει κι εγώ να εκδίδω αυτόν και άλλους για τριάντα χρόνια. Ήξερα πως είχα αρκετό υλικό για μια σειρά βιβλίων αφού θα είχε φύγει, αλλά αυτό δεν ήταν και καμιά μεγάλη παρηγοριά. Δεν μπορούσα να του μιλάω κάθε μέρα».
Ο δεσμός της Μαρίνας με τον πατέρα της ήταν πολύ στενός. «Πάντα ήξερα πως αν πήγαινε κάτι στραβά το μόνο που έπρεπε να κάνω ήταν να στηριχτώ πάνω του κι εκείνος θα το διόρθωνε», λέει. «Ακόμα και σαν ενήλικας που φρόντιζα τον εαυτό μου για πολλά χρόνια και τα πήγαινα μια χαρά, παρατήρησα πως πέρα απ’ το ότι μου έλειπε αφού πέθανε, στο πίσω μέρος του μυαλού μου υπήρχε η αίσθηση πως έχασα την ασφάλεια, απλά ξέροντας πως τα πάντα θα ήταν μια χαρά, αλλά δεν ήταν, με κάποιο τρόπο πάντα θα τον καλούσα και θα τα έφτιαχνε όλα».


Αν και ο Μπουκόφσκι ισχυριζόταν πως ήταν μοναχικός τύπος, κάποιος που δεν χρειαζόταν ή ήθελε πολλούς στενούς φίλους, υπήρξε ένας μεγάλος αριθμός αντρών και γυναικών για τους οποίους ο θάνατός του ήταν μεγάλη απώλεια, άνθρωποι σαν τον Καρλ Βάισνερ που ήταν έτοιμος να έρθει από την Γερμανία την τελευταία στιγμή. Άνθρωποι σαν τον Μάικλ Μόντφορτ, τον Σων Πεν, τον Στηβ Ρίτσμοντ και τον Τζων Τόμας. Στις πρώτες πρωινές ώρες, ο Τζων Τόμας δεν μπορούσε να κοιμηθεί και άνοιξε τον σταθμό με τις τοπικές 24ωρες ειδήσεις. Ο θάνατος του Μπουκόφσκι είχε ανακοινωθεί σε ένα από τα δελτία και ο Τόμας άρχισε να κλαίει.


Η Λίντα Κινγκ έμαθε για τον θάνατο του Μπουκόφσκι τρεις μέρες μετά. Της το είπε ο ανιψιός της αφού πρώτα το είχε διαβάσει σε ένα περιοδικό. Η Λίντα και ο Μπουκόφσκι ήταν χωρισμένοι για σχεδόν είκοσι χρόνια, αλλά η ανάμνηση του έρωτά τους κρατούσε, όπως γράφει η ίδια:

η λαμπερή απόλαυση αυτής της κρεβατοκάμαρας
στην όχθη της αυλής θα ζει για πάντα
στην μνήμη με αγνή χαρά
το γέλιο και οι σπιρτόζικες ιστορίες
η τέχνη, η γλυπτική, το διάβασμα
το γέλιο, ο έρωτας, το γέλιο


Στο αγαπημένο εστιατόριο του Μπουκόφσκι στο Χόλυγουντ, και στο Μούσο & Φρανκ, ο μπάρμαν Ρούμπεν Ρουέντα ακύρωσε την παραγγελία για τα Rieslings και Liebfraumilch, τα λευκά, γλυκά, γερμανικά κρασιά. Ο Μπουκόφσκι καθόταν τακτικά στο μπαρ κι έπινε δυο μπουκάλια πριν καθίσει για να φάει. Ήταν τόσο καλός πελάτης που το εστιατόριο κράταγε απόθεμα ειδικά γι’ αυτόν.
Η αναγγελία του θανάτου του στις εφημερίδες επικεντρωνόταν στην εικόνα του ως ρεμάλι. Ήταν «ο βάρδος των μπαρ», ένα απλοϊκός συγγραφέας που τον ακολουθούσαν με μια ανεξήγητη λατρεία. Πέρα από τις κατά καιρούς καλές κριτικές για τα μυθιστορήματά του, και την προσοχή λόγω της ταινίας Barfly, ο κύριος όγκος των μέσων μαζικής ενημέρωσης τον αντιμετώπιζε πάντα με απαξιωτικό τρόπο.



Ο Μπουκόφσκι ακόμα στέκει μόνος στην Μοντέρνα Αμερικανική Λογοτεχνία, μη ταξινομήσιμος και ως κάποιος που τον αντιγράφουν. Το απλό στυλ του στην πρόζα και την ποίηση ξεπηδούσε από συνηθισμένες ιδέες. Αρχικά είχε επηρεαστεί από τον Χέμινγουεϊ και τον Φάντε, αλλά όπως είπε, δεν είχε και πολύ πλάκα ο Χέμινγουεϊ, οπότε εκείνος πρόσθεσε το χιούμορ. Το θέμα που διάλεγε πάντα ο Μπουκόφσκι ήταν η καθημερινή ζωή, δεν ήταν οι ηρωικές πράξεις, ούτε οι γκλαμουράτοι άνθρωποι, αλλά η εμπειρία των λιγότερο επιτυχημένων Αμερικανών που ζούσαν σε φτηνά διαμερίσματα δουλεύοντας σε απαξιωτικές δουλειές. Έγραφε με αληθοφάνεια για αυτόν τον κόσμο αν και υπερέβαλε διορθώνοντας την δικιά του ιστορία σ’ αυτή τη ζωή. Επίσης έβαζε κάτω με ειλικρίνεια, τις ανθρώπινες σχέσεις: την σχέση μεταξύ παιδιού και γονιών καθώς και τις σχέσεις μεταξύ αντρών και γυναικών.
Λόγω της προτίμησης του να γράφει για το ποτό, η διάθεση του να μεγαλοποιεί την ζωή του και να ‘ναι αχρείαστα χυδαίος, ο Μπουκόφσκι άφησε τον εαυτό του ανοιχτό για τους κριτικούς. Συνάμα δημοσίευσε και πάρα πολύ, σίγουρα πάρα πολύ ποίηση. Αλλά αν κάποιος διαβάσει την δουλειά του προσεχτικά - τα έξι μυθιστορήματα, τις δωδεκάδες μικρές ιστορίες του, το σενάριο και τον μεγάλο αριθμό των ποιητικών του συλλογών – θα δει μια ασυμβίβαστη προσωπική φιλοσοφία μέσα από αυτά που είναι πειστική, αν όχι προκλητική: μια απόρριψη του μόχθου και των επιβαλλόμενων κανόνων, της ανειλικρίνειας και της επιτήδευσης, μιας παραδοχής ότι οι ανθρώπινες ζωές είναι συχνά καταρρακωμένες και πως οι άνθρωποι είναι συνέχεια σκληροί ο ένας προς τον άλλον, αλλά επίσης ότι η ζωή μπορεί να είναι όμορφη, σέξι και αστεία.
Πολλοί κριτικοί λένε πως είναι ένας κυνικός συγγραφέας, αλλά ίσως απλά να είχε μια ρεαλιστική ματιά για το πώς συμπεριφέρονται οι άνθρωποι, και να μην είχε την ανάγκη να τους δώσει το πλεονέκτημα της αμφισβήτησης. «Δεν είναι ένας συμβατικός συγγραφέας και δεν θα έχει ποτέ ένα συμβατικό κοινό», λέει ο Τζων Μάρτιν. «Το είδος της γραφής του προσβάλει πολλούς ανθρώπους. Είναι πολύ ειλικρινές και πολύ ευθύ».

Ήταν ένα τυπικό, ζεστό απόγευμα στο γεμάτο νέφος, Λος Άντζελες όταν οι φίλοι του Μπουκόφσκι μαζεύτηκαν στο Green Hills Memorial Park για την κηδεία του. Δευτέρα 14 Μαρτίου, 1994. Το σώμα του ήταν ντυμένο με ένα καρό πουκάμισο και μ’ ένα μπουφάν που στο τσεπάκι του είχαν βάλει τα στυλό του, ήταν σαν να πήγαινε στις ιπποδρομίες του Χόλυγουντ Παρκ, σφραγισμένος μέσα στο φέρετρο που ήταν φτιαγμένο από ξύλο λεύκας.
Εκτός από την Λίντα Λι και την Μαρίνα Μπουκόφσκι, στους τεθλιμμένους συγγενείς ήταν ο Τζων και η Μπάρμπαρα Μάρτιν, ο Σων Πεν, ο Ρεντ Στοντόλσκι με την γυναίκα του, η Μίνα, ο Τζων Τόμας και η γυναίκα του, η Φιλομίν Λονγκ, και ο Καρλ Βάισνερ μαζί με φίλους και γείτονες από το Σαν Πέντρο καθώς και ο Δρ. Ντικ Έλις από το νοσοκομείο. Λίγο πριν τις τρεις το απόγευμα, μπήκαν μέσα στο παρεκκλήσι, ένα κοινότοπο κτίριο που έμοιαζε σαν μπανγκαλόου των προαστίων, με το χαρακτηριστικό βιτρό πάνω στην πόρτα. «Είχε μια μυρωδιά από σκανκ εκεί μέσα», λέει ο Τζων Τόμας, «Θυμάμαι να σκέφτομαι πως ήταν κατάλληλο με την περίσταση». Αν και ο Μπουκόφσκι είχε βαφτιστεί καθολικός, δεν υπήρχε παπάς. Αντ’ αυτού, η Λίντα Λι είχε κανονίσει Βουδιστές μοναχούς να τελέσουν την λειτουργία, μαζί με φίλους που είχαν προσκληθεί για να πουν τους προσωπικούς τους επικήδειους λόγους.  


Ο Τζων Μάρτιν είπε πως ο Μπουκόφσκι ήταν ένας σπουδαίος συγγραφέας και σίγουρα κάποιος που δεν επρόκειτο να ξεχάσει ποτέ. Ο Καρλ Βάισνερ προσπάθησε να μιλήσει αλλά ήταν τόσο στεναχωρημένος που δεν κατάφερε να πει πολλά. Ο Σων Πεν είπε λίγα λόγια για την φιλία τους. Όταν ο επικεφαλής των μοναχών σηκώθηκε πάνω, οι περισσότεροι που βρίσκονταν εκεί τον βρήκαν ακαταλαβίστικο. «Αυτός που έβγαζε τον λόγο έλεγε συνέχεια, εφτά. Μάλλον νόμιζε πως το σώμα ήταν εφτά χρονών», λέει ο Τόμας. «Μπορούσες σχεδόν να αισθανθείς τον Χανκ να γελάει μέσα από το φέρετρό του για το πόσο παράλογη ήτα αυτή κηδεία».
Οι τεθλιμμένοι επέστρεψαν στα αυτοκίνητά τους και οδήγησαν στην Μπέι Βιού Ντράιβ, μετά τις πολυάριθμες ταφόπλακες έστριψαν αριστερά στην Άβαλον Ντράιβ και πάρκαραν στην άκρη ενός λοφίσκου γνωστού και ως «Θέα Ωκεανού». Το μέρος όπου ήταν να θαφτεί ο Μπουκόφσκι δίπλα σε ένα μικρό δέντρο. Ένας από τους μοναχούς τοποθέτησε ένα τριαντάφυλλο πάνω στο φέρετρο. Οι φίλοι του Μπουκόφσκι χτύπησαν το καπάκι για καλή τύχη και αποχώρησαν.


Μέσα από το βιβλίο του Howard Sounes, “Locked in the Arms of a Crazy Life”, 1998, Grove Press.



Σημειώσεις:
Φώτο πρώτη: Το τελευταίο ποίημα που έγραψε ποτέ ο Τσαρλς Μπουκόφσκι, με τίτλο Fax Poem, και το ‘στειλε στον εκδότη του Τζων Μάρτιν. Το ποίημα μπήκε στην πρόσφατη ανθολογία: Charles Bukowski, Storm for the Living and the Dead: Uncollected and Unpublished Poem
Φώτο δεύτερη: Αφιέρωση του Μπουκόφσκι στην Μπάρμπαρα Μάρτιν – γυναίκα του εκδότη του, Τζων Μάρτιν - μέσα από το δισέλιδο βιβλιαράκι με τίτλο 2 by Bukowski, 1967 Black Sparrow Press.  Ο Μπουκόφσκι της προτείνει να ξεφορτωθούν τον άντρα της απεικονίζοντας και τον τρόπο που θα γίνει!
Φώτο τρίτη: Sketchbook του Μπουκόφσκι για την κόρη του Μαρίνα. Το συγκεκριμένο εικάζεται πως κυκλοφόρησε ως ένθετο στην Open City με τίτλο Renaissance A Bi-Monthly Magazine of the Arts. Η χρονιά πρέπει να ήταν ανάμεσα στο 1968-69.
Φώτο τέταρτη: Η Λίντα Κινγκ μαζί με τον Τσαρλς Μπουκόφσκι. Η συγκεκριμένη φωτογραφία έγινε και εξώφυλλο του βιβλίου της Λίντα, Loving and Hating Charles Bukowski που κυκλοφόρησε το 2012.
Φώτο πέμπτη: Ο Μπουκόφσκι τρώει μέσα στο εστιατόριο Μούσο & Φρανκ.
Βίντεο πρώτο: Ένα κολάζ από τις ειδήσεις και την αναγγελία του θανάτου του Μπουκόφσκι στην γερμανική τηλεόραση.
Φώτο έκτη και έβδομη: Φωτογραφίες από την κηδεία του Μπουκόφσκι.
Φώτο όγδοη: Bukowski Lives!
Βίντεο δεύτερο: Ο Wayne Kramer (πάλαι ποτέ τραγουδιστής των MC5) από ένα live στη Σουηδία, μια χρονιά μετά τον θάνατο του Μπουκόφσκι ερμηνεύει το κομμάτι του, So Long Hank. Το τραγούδι υπάρχει ως hidden track στο άλμπουμ Wayne Kramer, The Hard Stuff.

Ζω ακόμη με το φάντασμα του Τσαρλς Μπουκόφσκι


Τον Οκτώβρη του 2010 το μουσείο Χάντινγκτον του σαν Μαρίνο οργάνωσε μια έκθεση για τον Τσαρλς Μπουκόφσκι με τίτλο Charles Bukowski: Poet on the Edge. Η γυναίκα του Χανκ, Λίντα Λι, είχε κάνει στο μουσείο μια δωρεά με προσωπικά αντικείμενα του άντρα της, όπως η παλιά του γραφομηχανή, το παλιό του τρανζιστοράκι, ένα αυθεντικό πορτρέτο με λάδια, ζωγραφισμένο από τον Τζων Ρέτζιστερ, καθώς και κάποιες σπάνιες εκδόσεις βιβλίων του Μπουκ, όπως τα  Flower, Fist & Bestial Wail από το 1960 και το It Catches My Heart in Its Hand του1963. Η ίδια η Λίντα Λι παρευρέθηκε στα εγκαίνια της έκθεσης σε μια από τις πολύ σπάνιες εμφανίσεις της και είπε δυο λόγια για τον σύζυγό της.

 «Ήταν ένας συνεσταλμένος άνθρωπος, ατομιστής και σπιτόγατος», είπε για τον Τσαρλς Μπουκόφσκι η τελευταία του σύζυγος.

«Αισθάνομαι ακόμη τη μυρωδιά του Χανκ. Είναι σαν να ζω πραγματικά με ένα φάντασμα». Αυτά ήταν τα λόγια της Λίντα Λι Μπουκόφσκι, της τελευταίας συζύγου και μούσας του διάσημου τρομερού παιδιού των αμερικανικών γραμμάτων, Τσαρλς Μπουκόφσκι, η οποία έκανε μια σπάνια δημόσια εμφάνιση με αφορμή την έκθεση αφιερωμένη στην λογοτεχνική αυτή προσωπικότητα.
Συνεσταλμένη, όπως ακριβώς ήταν και ο Τσαρλς «Χανκ» Μπουκόφσκι (1920-94) και απρόθυμη για δημόσιες εμφανίσεις, η Λίντα Λι έκανε μία σπάνια εξαίρεση με αφορμή την έκθεση που το μουσείο Χάντινγκτον του Σαν Μαρίνο, στα βόρεια του Λος Άντζελες, αφιερώνει στη λογοτεχνική αυτή προσωπικότητα μέχρι τις 14 Φεβρουαρίου 2011.

«Είναι πολύ προσωπική για εμένα αυτή η έκθεση, είναι η κατάληξη πολλών ετών. Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενη, αλλά και νευρική, επειδή δεν είμαι συνηθισμένη να μιλάω γι’ αυτά. Μόλις που έχω αρχίσει να μαθαίνω πώς να συμπεριφέρομαι ως δημόσιο πρόσωπο», τόνισε η ίδια, μιλώντας καθισμένη σε έναν από τους πάγκους του μουσείου.

«Ούτε και στον Χανκ πολυάρεσαν αυτά. Ήταν ένας συνεσταλμένος άνθρωπος, ατομιστής και σπιτόγατος. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο έπινε τόσο: του ήταν πολύ δύσκολο ν’ αντιμετωπίσει την κοινωνική ζωή, ήταν απώλεια χρόνου», δηλώνει η ίδια. «Προτιμούσε να κάθεται στη γραφομηχανή του, ή να τρώει στους Μούσο & Φρανκ», το γνωστό εστιατόριο του Λος Άντζελες, στο Χόλιγουντ Μπούλεβαρντ.

Ο Μπουκόφσκι γνώρισε σε μεγάλη ηλικία τη διασημότητα, έπειτα από μία δύσκολη παιδική και νεανική ηλικία και μία περίοδο 14 ετών που φυτοζωούσε δουλεύοντας στα αμερικανικά ταχυδρομεία. Πάντοτε έγραφε ποιήματα και νουβέλες, όμως η συγγραφική του σταδιοδρομία ξεκίνησε σε ηλικία 46 ετών, όταν ο εκδότης του Black Sparrow Press του προσέφερε 100 δολάρια τον μήνα για να αφιερωθεί εξ ολοκλήρου στη γραφή.

«Δε σταματούσε ποτέ να εργάζεται, σκεπτόταν διαρκώς και αυτό φέρνει δυστυχία», εξηγεί η Λίντα Λι. «Ορισμένες φορές, του ερχόταν η έμπνευση να γράψει ένα ποίημα στη μέση της νύχτας. Έπινε ένα ποτήρι και μου το διάβαζε. Αλλά αυτό συνέβαινε μία φορά τον χρόνο. Σε γενικές γραμμές δεν έδειχνε τι έγραφε σε κανέναν, τα έστελνε απευθείας στον εκδότη του», τόνισε.

Ο Μπουκόφσκι είχε πολλές γυναίκες στη ζωή του και αντλούσε την έμπνευσή του από αυτές τις πολλαπλές του εμπειρίες, τις οποίες αποτύπωνε με αυτό το «ακατέργαστο, ωμό και απλό ύφος του», που συνέπαιρνε όμως με την αυθορμησία του. Η σύζυγός του τονίζει ότι το να ανακαλύπτει προσωπικές της στιγμές σε κάποιο διήγημα, ή ποίημα, «ορισμένες φορές είναι ενοχλητικό. Αυτό όμως είναι το τίμημα του να ζεις με έναν συγγραφέα».

«Πάντοτε έγραφε για τα πρόσωπα με τα οποία συμβίωνε, με όσους τον περιέβαλλαν, για την οικογένειά του, τους φίλους του. Το γνώριζα πως μία των ημερών θα κατέληγα σε κάποιο έργο του. Όμως αυτό δεν το επεδίωξα εγώ», προσθέτει.

Η ίδια τόνισε πως γνωρίστηκαν χάρη στη γραφή. «Ήμασταν τόσο διαφορετικοί, εκείνος ερχόταν από την Καλιφόρνια, εγώ από την Ανατολική Ακτή, ο καθένας μας έφερε ένα διαφορετικό παρελθόν. Όμως είχαμε την ίδια αίσθηση του χιούμορ και ακόμη τον ίδιο εσωτερικό κόσμο», επεσήμανε.

Σήμερα, η ίδια εξακολουθεί να ζει στο ίδιο σπίτι όπου είχαν μετακομίσει για να ζήσουν μαζί, στο Σαν Πέδρο, παραλιακό προάστιο στα νότια του Λος Άντζελες.

«Είναι σα να ζω πραγματικά με ένα φάντασμα. Το σπίτι είναι απαράλλαχτο. Δεν έχω αλλάξει τίποτα, το γραφείο του είναι ακριβώς όπως το άφησε (την ώρα του θανάτου του), με τα ρούχα του να βρίσκονται παντού».

«Είναι σα να ζω σε ένα μουσείο, γιατί τα πάντα βρίσκονται εδώ, εκτός από εκείνον. Είναι βέβαια πολύ θλιβερό, κλαίω συνέχεια. Το βράδυ, κάποιες φορές μπαίνω μέσα στο γραφείο του και συχνά, ξέρετε, αισθάνομαι ακόμη τη μυρωδιά του Χανκ».
……………………………………………………………………..
Η παρούσα ανάρτηση αλιεύθηκε από ένα Κυριακάτικο «Βήμα» κάπου εκεί τον Νοέμβρη του 2010.