Atomic Scribblings from a Maniac Age


Τα χαμένα σκίτσα του Τσαρλς Μπουκόφσκι.

Μέχρι το 1966, αλλά και μετέπειτα, ο Μπουκόφσκι δεν είχε σταματήσει ποτέ να δημοσιεύει ποιήματα και διηγήματα σε μικρά και ανεξάρτητα περιοδικά της Αμερικής. Κάπου εκεί όμως στο 1965 και ύστερα από την προτροπή του εκδότη Wayne Philpot, ο οποίος είχε δημοσιεύσει δουλειά του Χανκ στο περιοδικό του, Border, ένα νέο πρότζεκτ γεννήθηκε με τον τίτλο, Atomic Scribblings from a Maniac Age.
Ο Philpot ενθουσιασμένος από τις ζωγραφιές του Μπουκ, τον παρότρυνε να ξεκινήσει μια σειρά σκίτσων και ζωγραφιών με σκοπό να τις εκδώσει σε ένα βιβλίο με τον τίτλο που αναφέραμε. Τις ζωγραφιές θα τις συνόδευαν στίχοι του Μπουκόφσκι μέσα από ποιήματά του ή και ατάκες που θα κατέβαζε το κεφάλι του την ώρα που σχεδίαζε. Ο Philpot ζητάει από τον Μπουκ να του στείλει όσες περισσότερες μπορεί, ο Μπουκ στρώνει τον κώλο του κάτω και αρχίζει να σχεδιάζει μετά μανίας όσες προλαβαίνει το χέρι του μέρα-νύχτα, με τον εκδότη να ξεκινάει μια διαφήμιση για το όλο πρότζεκτ, τυπώνοντας flyer, βάζοντας διαφημίσεις σε περιοδικά, καθώς και αιτήσεις προ-παραγγελιών (φώτο) για το όλο εγχείρημα. Μέσα στους επόμενους μήνες ο Μπουκόφσκι στέλνει στον Philpot δωδεκάδες ζωγραφιές, ο Philpot τσεπώνει κάμποσα δολάρια από τις προ-παραγγελίες κι εντελώς ξαφνικά… εξαφανίζεται… μαζί με τις ζωγραφιές!
Ο Μπουκόφσκι στέλνει κάμποσα γράμματα στον Philpot, απάντηση δεν παίρνει ποτέ και το μεθυσμένο του κεφάλι υποθέτει πως ο μπαγαπόντης εκδότης έχει κάψει όλες του τις ζωγραφιές!
Τα χρόνια περνούν, ο Τσαρλάκος συνεχίζει να κάνει αυτό που κάνει καλύτερα και ο Philpot παραμένει εξαφανισμένος μέχρι το 1971 όπου εμφανίζεται εντελώς ξαφνικά στα γραφεία του μικρού περιοδικού, Harrison Street Review, που εξέδιδαν οι John Arnoldy και Lawrence Alton. Ισχυρίζεται πως έχει ένα ολόκληρο κουτί με ζωγραφιές του Μπουκόφσκι και πως θα ήθελε να δωρίσει 11 από αυτές στο περιοδικό. Οι εκδότες τον ευχαριστούν, δεν ρωτούν ποτέ πως βρέθηκαν στην κατοχή του οι ζωγραφιές, ο Philpot τους χαιρετάει και συνεχίζει να κάνει αυτό που έκανε καλύτερα… να εξαφανιστεί!
Οι 11 ζωγραφιές μπήκαν τελικά στο δεύτερο τεύχος του περιοδικού Harrison Street Review και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. 
Ωραία ιστορία, έτσι;
Οι ζωγραφιές είναι οι παρακάτω…


καίγομαι στο νερό, πνίγομαι στη φωτιά


καρμπόν άνθρωποι
διαλέγουν ρούχα και παπούτσια και αντικείμενα
καρμπόν άνθρωποι
μπαινοβγαίνουν σε κτήρια
βλέπουν τον ίδιο ήλιο
το ίδιο φεγγάρι,
διαβάζουν την ίδια εφημερίδα
παρακολουθούν τα ίδια προγράμματα
έχουν τις ίδιες ιδέες,
κοιμούνται την ίδια ώρα,
ξυπνάνε την ίδια ώρα,
τρώνε το ίδιο φαγητό,
οδηγούνε τα ίδια αυτοκίνητα κάτω στους ίδιους αυτοκινητόδρομους
καρμπόν άνθρωποι
με καρμπόν παιδιά
σε καρμπόν σπίτια
με καρμπόν Χριστούγεννα και καρμπόν Πρωτοχρονιές
και γενέθλια και ζωές και
θανάτους
και γρασίδια και πλυντήρια πιάτων και χαλιά
και βάζα και αγάπες και συνουσίες, και
με καρμπόν οδοντιάτρους και καρμπόν δημάρχους και κυβερνήτες και προέδρους
όλοι να βλέπουν τον ίδιο ήλιο και το ίδιο φεγγάρι,
ω καρμπόν φέρετρα
ω καρμπόν τάφοι
ω καρμπόν κηδείες
κάτω από το ίδιο φεγγάρι,
το καρμπόν παγωμένο γρασίδι
οι καρμπόν ταφόπλακες,
το καρμπόν γέλιο
τα καρμπόν ουρλιαχτά
τα καρμπόν αστεία
τα καρμπόν ποιήματα
τα καρμπόν καρμπόν
τρελοί και μπεκρήδες και ναρκομανείς και βιαστές
και γάτες και σκυλιά και πουλιά και φίδια και αράχνες,
υπάρχουν τόσα πολλά ολόιδια όλα,
έχω δάχτυλα και υπάρχουν δάχτυλα παντού,
αν περάσω μια πόρτα πρέπει να βγω από μια πόρτα,
έχω σκατά και υπάρχουν σκατά παντού,
έχω μάτια και υπάρχουν μάτια παντού,
έχω εφιάλτες και υπάρχουν εφιάλτες παντού,
αν κοιμηθώ πρέπει να ξυπνήσω,
αν γαμήσω πρέπει να σταματήσω να γαμάω,
αν φάω πρέπει να σταματήσω να τρώω,
δεν μπορώ να κάνω κάτι που να θέλω,
είμαι κλειδωμένος μέσα σε μια επαναληπτική κοινοτοπία…
καίγομαι στο νερό
πνίγομαι στη φωτιά
απελευθερώνομαι μέσα σε ζαχαρένια σύννεφα που κατουράνε ξύδι,
αλλά έτσι είσαι εσύ έτσι είναι κι αυτοί έτσι είμαστε κι εμείς,
σκέψεις μυρμηγκιών και αγώνες μυρμηγκιών
ενάντια σε ένα δυναμό ολόιδιων συστροφών
βοήθεια βοήθεια βοήθεια βοήθεια βοήθεια βοήθεια βοήθεια
ουρλιάζω στην καρμπόν βοήθεια απέναντι από τον καρμπόν ουρανό,
ότι όλο τούτο το καρμπόν και το χαρτόνι περιέχουν αίμα και πόνο,
ή ακόμα αγάπη και ιστορία και ελπίδα,
αυτό είναι το πρόβλημα, ή μήπως είναι η παγίδα;
πως μπορούμε να ξέρουμε; οι καρμπόν ψυχίατροι και ιεροκήρυκες
και φιλόσοφοι μας λένε καρμπόν πράγματα…
θάνατος; υπάρχει θάνατος; ίσως η πύλη που πάει μπρος πίσω ανοίγει
και μας καλωσορίζουν ψημένοι και βασανισμένοι άγγελοι
εκεί όπου τελικά έχουμε εξαπατηθεί μέσα σε μια ανεπαρκή Αιωνιότητα,
μια φάρσα χειρότερη απ’ τη Ζωή…
δεν θα ήταν σκατά;
να ξεφεύγεις από άντρες σαν λεβιές ταχυτήτων και γυναίκες σαν
αλογίσιο κρέας, μόνο για να
ξανοιχτείς στα χειρότερα; ω
σκέψου τότε τις οργισμένες αυτοκτονίες
τους νεκρούς ήρωες των νεκρών πολέμων…
τα χτυπημένα παιδιά
τους αγίους καμένους σε πασσάλους –
όλοι τους εξαπατημένοι, ριγμένοι, ναρκωμένοι,
πουλημένοι σε μια σκλαβιά χειρότερη κι από μύξα
τραγουδήστε τους θανάτους σας τραγουδήστε τους θανάτους σας τραγουδήστε τους
θανάτους σας, τραγουδήστε τη ζωή σας, τραγουδήστε
ζωή, αυτό δεν είναι καθόλου
καλό, αυτό δεν είναι καθόλου
καλό, καλέ θεέ, ξέχασα να βάλω ένα
καρμπόν κάτω από τούτο
το χαρτί…

μετάφραση: Γιάννης Ζελιαναίος

(Το ποίημα δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό, Second Coming - Vol. 1 - No. 2 – το 1972. Αργότερα και συγκεκριμένα το 2017 μπήκε στην συλλογή, Storm for the Living and the Dead – Uncollected and Unpublished Poems)